κατακλυσμῶν

κατακλυσμῶν
κατακλυσμός
flood
masc gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • χιλή — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Χιλής Συντομευμένη Ονομασία: Χιλή Εκταση: 756.950 τ.χλμ. Πληθυσμός: 15.498.930 (Ιούλιος 2002) Πρωτεύουσα: ΣαντιάγοΚράτος της Νότιας Αμερικής. Συνορεύει στα Β και ΒΑ με το Περού και τη Βολιβία αντίστοιχα και στα Α… …   Dictionary of Greek

  • ακτουαλισμού, αρχή του- — Όρος της γεωλογίας. Πρώτος την είχε διαβλέψει ο Τζέιμς Χάτον, οριστικά όμως τη διατύπωσε ο Τσαρλς Λάιελ, ο οποίος το 1873 στις Αρχές της Γεωλογίας, έγραφε ότι «οι αλλαγές που έγιναν σε παλιές εποχές και τα αποτελέσματά τους στη μορφολογία της… …   Dictionary of Greek

  • εξέλιξης, θεωρία της- — Θεωρία κατά την οποία όλα τα αντικείμενα του σύμπαντος έχουν υποστεί, με την πάροδο του χρόνου, μεταμορφώσεις σύμφωνα με μια φυσική διαδικασία εξέλιξης που τα οδήγησε βαθμιαία από μια αρχέγονη, ομοιογενή και αδιαφοροποίητη κατάσταση, σε… …   Dictionary of Greek

  • Ντεζιντέριο ή Μονσού Ντεζιντέριο — (Desiderio ή Monsu Desiderio). Επώνυμο με το οποίο είχε επικρατήσει να ονομάζεται ο ζωγράφος μιας αξιόλογης και πρωτότυπης σειράς αρχιτεκτονικών απόψεων των αρχών του 17ου αιώνα. Οι πίνακές του απεικονίζουν φανταστικά κτίρια, ερείπια, ανύπαρκτους …   Dictionary of Greek

  • Πειραιάς — Πόλη της Αττικής, το μεγαλύτερο λιμάνι της Ελλάδας, επίνειο των Αθηνών, από τα σημαντικότερα εμπορικά και βιομηχανικά κέντρα της χώρας και πρωτεύουσα της ομώνυμης νομαρχίας της περιφέρειας Αττικής. Ο δήμος Π. και οι δήμοι Αγίου Ιωάννη Ρέντη,… …   Dictionary of Greek

  • καταστροφισμός — ο θεωρία σύμφωνα με την οποία η οργανική ζωή που υπήρχε κάθε φορά στη Γη καταστρεφόταν εξαιτίας επανειλημμένων τεράστιων κατακλυσμών (αντίθ. προς τη θεωρία της «εξέλιξης») …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”